Μουσική Αντίληψη & Γνώση 2020 (Σεπτέμβριος)


PDF

 

Ερωτήσεις Α1: 1η έως 5η

 

 

 

Απαντήσεις Α1

 

 

Ερωτήσεις Α2: 1η έως 5η

 

 

 

Απαντήσεις Α2

 

 

Ερωτήσεις Α3: 1η έως 5η

 

 

 

Απαντήσεις Α3

 

 

Ερωτήσεις Α4: 1η έως 5η

 

 

 

Απαντήσεις Α4

 

 

Ερωτήσεις Α5: 1η έως 3η

 

 

 

Απαντήσεις Α5

 

 

Απαντήσεις Β1

Απαντήσεις Β2

 

 

Απαντήσεις Γ1

 

 

Απαντήσεις Γ2

 

 

Απαντήσεις Δ1

Απαντήσεις Δ2

 

 

 

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΚΟΥΣΤΙΚΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ

Α1.1: β          Α1.2: α         Α1.3: γ         Α1.4: ε         Α1.5: δ

Α2.1: δ          Α2.2: α         Α2.3: γ         Α2.4: δ*       Α2.5: α

Α3.1: δ          Α3.2: γ         Α3.3: α         Α3.4: β         Α3.5: ε

Α4.1: γ          Α4.2: δ         Α4.3: ε         Α4.4: ε         Α4.5: β

Α5.1: γ          Α5.2: β         Α5.3: δ

[*: ορθότερα 8/8]

 

Β1: ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

B1.1: Βιβλίο Γ’ Γυμνασίου: σελ. 36: ‘Bebop’
“ Το ‘Μπήμποπ’ (Bebop) εμφανίστηκε τη δεκαετία του 1940-50 ως αντίθεση προς τις μεγάλες μπάντες του σουίνγκ, με μικρά σύνολα μουσικών - τεσσάρων έως έξι ατόμων - με ένα σολιστικό συνήθως όργανο. Με αυτό τον τρόπο, οι μουσικοί είχαν περισσότερες ευκαιρίες να αυτοσχεδιάζουν. Η ίδια η μουσική είχε πιο σύνθετες μελωδίες και αρμονίες και ιδιαίτερη έμφαση στον ρυθμό. Επιπλέον, κάποιες φράσεις ήταν μερικές φορές ασύμμετρες με αποτέλεσμα να υπάρχει πιο ενδιαφέρον αποτέλεσμα, αλλά μάλλον ακατάλληλο για χορό. Οι μουσικοί στο μπήμποπ πειραματίζονταν με ασυνήθιστους χρωματισμούς, διάφωνους ήχους και τονισμούς κόντρα στη μελωδία, σηματοδοτώντας έτσι μια στροφή στην εξέλιξη της τεχνικής παιξίματος των κρουστών και του πιάνου. Κύριοι εκπρόσωποι του μπήμποπ είναι ο τρομπετίστας Ντίζι Γκιλέσπι (Dizzy Gillespie) και ο σαφοφωνίστας (άλτο) Τσάρλι Πάρκερ (Charlie Parker). ”

- Βιβλίο Α’ Λυκείου: σελ. 29: ‘Bebop’
“ Αναφέρεται ως περίοδος εξέλιξης της τζαζ, στη δεκαετία 1940-50. Είναι μουσική για μικρό οργανικό σύνολο 5-6 οργάνων, το οποίο λειτουργεί με βάση την ατομική εκφραστικότητα και ενισχύει τη θέση του σολίστα-αυτοσχεδιαστή. Χαρακτηριστικά: [μελωδία]: σύντομες και απότομες φράσεις, διακοπτόμενες, [ρυθμός]: συγκοπτόμενος, σε ταχύτατο τέμπο, με μια πρωτοφανή πυκνότητα στις εναλλαγές συγχορδιών. Εκπρόσωποι: Charlie Parker, Dizzy Gillespie, Thelonious Monk. ”

B1.2: Βιβλίο A’ Λυκείου: σελ. 97: ‘Cantus Firmus’
“ Στον Μεσαίωνα ο τρόπος σύνθεσης που εξυψώθηκε σε ένα συγκεκριμένο ύφος, μιας μελωδίας που στηρίζεται σε άλλη φωνή, σε ένα σταθερό τραγούδι, το ‘cantus firmus’, αντικατοπτρίζει καθαρά τη δομή της θρησκευόμενης εκείνης κοινωνίας. ”

Β1.3: Βιβλίο Β’ Γυμνασίου: σελ. 35: ‘Λατινοαμερικάνικη Μουσική’
“ Μελετώντας τη λατινοαμερικάνικη μουσική από πλευράς ιστορικής, μπορεί κανείς να επισημάνει τρεις μεγάλες πολιτιστικές κληρονομιές: (α) την προκολομβιανή, η οποία αναφέρεται στη μουσική των ιθαγενών Ινδιάνων πριν από την κατάκτηση της περιοχής από τους Ισπανούς. (β) την ισπανική, που αφορά στις επιδράσεις των κατακτητών στους ιθαγενείς λαούς και τη διαμόρφωση του λεγόμενου λατινοαμερικάνικου ύφους. (γ) την αφροαμερικάνικη, η οποία ξεκινά σχεδόν ταυτόχρονα με την ισπανική με το κύμα δουλεμπορίου, που αναπτύχθηκε στην περιοχή, και την εισαγωγή Αφρικανών σκλάβων κατά τον 19ο αιώνα. ”

Β1.4: Βιβλίο Α’ Γυμνασίου, σελ. 95: ‘Γιόχαν Στράους ΙΙ’
“ Ο Γιόχαν Στράους ο ΙΙ (Johann Strauss II) ήταν αυστριακός συνθέτης, διευθυντής ορχήστρας και βιολιστής. Έζησε από το 1825-1899 και είναι το πιο διάσημο μέλος της οικογένειας Στράους. Ήταν γιος του Γιόχαν Στράους Ι και δικαίως γνωστός ως ο ‘βασιλιάς του βαλς’. Είναι πολύ γνωστός για τα βιεννέζικα βαλς του, τα οποία διακρίνονται για τη γοητευτική μελωδία τους και τον παιγνιδιάρικο ρυθμό τους. Ανάμεσα στις συνθέσεις του, ξεχωρίζουν: ‘Ο ωραίος γαλάζιος Δούναβης’, ‘Βιεννέζικο αίμα’ κ.ά. Έγραψε επίσης οπερέτες, όπως η ‘Δαντέλα της Βασίλισσας’, ο ‘Τσιγγάνος Βαρώνος’, η ‘Νυχτερίδα’ κ.ά. Έγραψε, επίσης, με επιτυχία πόλκες και εμβατήρια. ”

Β1.5: Βιβλίο Α’ Γυμνασίου: σελ. 64: ‘Πέντε Ελληνικοί Χοροί του Σκαλκώτα’
“ Οι ‘Πέντε Ελληνικοί Χοροί για Έγχορδα’ είναι μεταγραφή πέντε ελληνικών χορών από το έργο ’36 Ελληνικοί Χοροί’ - το πιο δημοφιλές έργο του Νίκου Σκαλκώτα και το μόνο που είχε γίνει γνωστό στην Ελλάδα, όσο ζούσε ο συνθέτης. Έχουν το χαρακτηριστικό αρμονικό χρώμα και τον ρυθμό της παραδοσιακής μουσικής. ”

 

Β2: ΜΟΥΣΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΟΡΟΛΟΓΙΑ

Β2.1: Βιβλίο Α’ Γυμνασίου: σελ. 129: ‘Πεντατονική Κλίμακα’
“ Κλίμακα με ιδιαίτερο χρώμα. Αποτελείται από πέντε φθόγγους. Η κλίμακα συναντάται σε λαϊκή μουσική πολλών χωρών (ουγγρική, νέγρικη, ιδιάνικη, σκοτσέζικη, ηπειρώτικη, αφρικάνικη, γιαπωνέζικη, κινέζικη, ινδική κτλ). Χρησιμοποιήθηκε ήδη από το 2000 π.Χ. Βρίσκεται εύκολα, αν κάποιος παίξει στο πιάνο πέντε διαδοχικά μαύρα πλήκτρα. ”

Β2.2: Βιβλίο Γ’ Γυμνασίου: σελ. 31: ‘Τραγούδι της δουλειάς για τη Μουσική Μπλουζ’
“ Για τους Αφρικανούς σκλάβους η μουσική ήταν συνδυασμένη με τον τρόπο ζωής τους και έπαιζε πολύ σημαντικό ρόλο. Το μπλουζ τραγούδι ήταν ένας τρόπος να περιγράφουν οι Αφροαμερικανοί τις δυσάρεστες καταστάσεις που αντιμετώπιζαν. Οι ερωταπαντήσεις στη μουσική των σκλάβων - εκτός από το γκόσπελ - χρησιμοποιούνταν και στα λεγόμενα ‘τραγούδια της δουλειάς’ (work songs), όπου ένας τραγουδούσε τον στίχο και οι υπόλοιποι απαντούσαν σε χορωδία, για να μπορούν να κρατούν τον ρυθμό την ώρα που δούλευαν. // Τραγούδι της δουλειάς (work song): ρυθμικό ‘a cappella’ (χωρίς συνοδεία οργάνων) τραγούδι, εκτελεσμένο από ανθρώπους που κάνουν σωματική - επαναλαμβανόμενη εργασία. Ο ρυθμός του χρησιμεύει στο να συντονίζει τους εργαζόμενους την ώρα της δουλειάς. Οι στίχοι συχνά αυτοσχεδιάζονται και κάθε φορά τραγουδιούνται διαφορετικά. ”

Β2.3: Βιβλίο B’ Γυμνασίου: σελ. 43: ‘Orquesta Tipica’
“ Η μουσική του τάνγκο (Αργεντινή) είναι κυρίως ορχηστρική και μερικές φορές περιλαμβάνει φωνητικά. Παίζεται κατά παράδοση από ένα σύνολο, που ονομάζεται ορκέστα τίπικα (orquesta tipica) και περιλαμβάνει συνήθως δύο βιολιά, πιάνο, κοντραμπάσο και δύο μπαντονεόν. Πρώιμες φόρμες του συνόλου μερικές φορές περιλάμβαναν και φλάουτο, κλαρινέτο και κιθάρα. ”

Β2.4: Βιβλίο Α’ Λυκείου: σελ. 148: ‘Μονόχορδο του Πυθαγόρα και Διάστημα Πεντατόνου’
“ Το μονόχορδο ήταν μουσικό όργανο μέτρησης, που χρησιμοποίησε ο Πυθαγόρας. Τέντωσε μια χορδή πάνω σε έναν χάρακα, τον κανόνα, ο οποίος ήταν διαιρεμένος σε 12 μέρη και αριθμημένος. Χτυπιέται πρώτα όλη η χορδή, και τα 12 μέρη, και κατόπιν μικραίνει τη χορδή με τον υπαγωγέα (ένα ξυλάκι που κρατάει τη χορδή και όταν μετακινηθεί απομονώνει ένα μέρος της) κατά τα 2/3. Έτσι τη δεύτερη φορά ηχούν μόνο τα 2/3 της χορδής. Το 1/3 μένει νεκρό (δεν ηχεί). Τη δεύτερη φορά, ο υπαγωγέας βρίσκεται στον αριθμό 8, ενώ την πρώτη φορά στον αριθμό 12. Οι δύο φθόγγοι (τόνοι) δίνουν το σύμφωνο διάστημα του πεντατόνου. Ανάμεσα από τα δύο κτυπήματα, δηλαδή, δημιουργείται ένα μουσικό διάστημα στην ακοή. Οι δύο αριθμοί 12 και 8 είναι ακραία σημεία του διαστήματος του πεντατόνου, οι όροι του διαστήματος, και 12 και 9 τα ακραία σημεία του τετρατόνου. Έτσι προκύπτουν οι αναλογικοί αριθμοί 12:8 για το πεντάτονο και 12:9 για το τετράτονο (οι αναλογικοί αυτοί αριθμοί μπορεί να γραφούν και 3:2 και 4:3 αντίστοιχα), οι οποίοι ευρίσκονται μεταξύ του 12 και του 6, των αναλογικών, δηλαδή, αριθμών της οκτάβας. Η οκτάβα προκύπτει από ένα τετράτονο και ένα πεντάτονο. ”

Β2.5: Βιβλίο Α’ Γυμνασίου: σελ. 128: ‘Ρυθμός Εμβατηρίου’
“ Το Εμβατήριο (αγγλ. March, γαλλ. Marche, γερμ. Marsch, ιτ. Marcia) είναι μουσικό κομμάτι που συνοδεύει και συγχρονίζει τον ρυθμικό βηματισμό ομάδας ανθρώπων. Υπάρχουν διάφορα είδη εμβατηρίων ανάλογα με τον σκοπό για τον οποίο χρησιμοποιούνται, όπως Στρατιωτικά, Πένθιμα, Γαμήλια και Θριαμβευτικά. ”

 

Γ1: ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗ ΜΕΛΩΔΙΑΣ


 

 

Γ2: ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΩΝ

Γ2.1
Εάν δεν λάβουμε υπόψη τις επαναλήψεις, τότε η φόρμα είναι μια διπλή αντιθετική περίοδος. Αποτελείται, δηλαδή, από δύο φράσεις, την ηγούμενη (μέτρα: 1-8) και την διάδοχη (μέτρα: 9-16), οι οποίες αρχίζουν με διαφορετικό μελωδικό υλικό. Κάθε φράση υποδιαιρείται περαιτέρω σε δύο υποφράσεις, σχηματίζοντας τη συνολική άρθρωση: a - a’ - b - a’’. Οι υποφράσεις a, a’ και a’’ περιέχουν κοινό μελωδικο-ρυθμικό υλικό.
Εάν λάβουμε υπόψη τις επαναλήψεις, τότε η φόρμα εξακολουθεί να αποτελεί μια διπλή αντιθετική περίοδο. Αποτελείται από δύο ομάδες φράσεων, την ηγούμενη και την διάδοχη, κατά το σχήμα: [antecedent group]: a - a και [consequent group]: b - b. Σε αυτή την περίπτωση η υποφράση a ταυτίζεται με τα μέτρα 1-8 και η υποφράση b ταυτίζεται με τα μέτρα 9-16.

Γ2.2
Πραγματοποιούνται τρεις πτώσεις στην τονική, καθώς το κομμάτι οδηγείται στις καταλήξεις των μέτρων: 4, 8 και 16. Είναι το τέρμα των υποφράσεων a, a’ και a’’.

Γ2.3
Από τη χορευτική εντύπωση, τη λαϊκότροπη μελωδία και από το συνεχές βάσιμο, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε πως το κομμάτι αποτελεί μέρος μιας σουίτας χορών για πληκτροφόρο την περίοδο του Μπαρόκ (1600-1750). Η εγγύτερη κοινή μουσική εμπειρία προέρχεται από τη συλλογή εύκολων κομματιών για πληκτροφόρο της Άννας Μαγδαληνής Μπαχ. Στην παρακάτω εικόνα περιέχεται η πρώτη υποφράση από το Μενουέτο σε Ρε ελλάσονα.

 

Γ2.4
Η σύνθεση προορίζεται για Κουαρτέτο Εγχόρδων, αποτελούμενο από δύο βιολιά, βιόλα και τσέλο.

Γ2.5
Από τη συνολική ομοφωνική γραφή, την εξέχουσα μελωδία και την αρμονική της συνοδεία, καθώς και τη μελωδική ανάπτυξη, υποθέτουμε πως το έργο εντάσσεται στην Κλασική Περίοδο (1750-1825).
[Η συγκεκριμένη σύνθεση είναι το Κουαρτέτο των ‘Πεμπτών’ του Joseph Haydn (Op. 76, No. 2, in D Minor), όπως φαίνεται στην παρακάτω εικόνα. H ονομασία προέρχεται από τα διαστήματα πέμπτης στο άνοιγμα της μελωδίας.]

Γ2.6
Το απόσπασμα αποτελεί μια ασύμμετρη παράλληλη περίοδο. Περιέχονται σε αυτή δύο φράσεις, οι οποίες εκκινούν με το ίδιο μελωδικό μοτίβο (των πεμπτών). Η πρώτη φράση (ηγούμενη) εκτείνεται στα μέτρα 1 έως 4 και η δεύτερη φράση (διάδοχη) στα μέτρα 5 έως 12. Η ηγούμενη φράση καταλήγει σε μισή πτώση, ενώ η διάδοχη φράση καταλήγει σε αυθεντική τέλεια πτώση. Στα τρία πρώτα μέτρα κάθε φράσης περιέχεται το ίδιο μελωδικο-αρμονικό υλικό. Κατά την εξέλιξη της διάδοχης φράσης, φαίνεται να συμβαίνει μια πρόσκαιρη στάση στη δεσπόζουσα στον τρίτο παλμό του 9ου μέτρου. Ωστόσο, στη συνέχεια, η διάδοχη φράση θα προεκταθεί, προκειμένου να τερματιστεί στην τονική.

 

Δ1: ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

Δ1.1: Βιβλίο Γ’ Γυμνασίου: σελ. 15: ‘Ιάννης Ξενάκης’
“ Ο Ιάννης (Γιάννης) Ξενάκης (1922-2001) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες και αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα. Βασική ιδέα της μουσικής του είναι ο μετασχηματισμός των διαφόρων μαθηματικών σχέσεων, που εκφράζουν το σύμπαν, σε μουσικούς ήχους, με τη χρήση για αυτό τον σκοπό ενός συνόλου εργαλείων. Συνήθως χρησιμοποιείται ηλεκτρονικός υπολογιστής, ο οποίος βοηθάει με διάφορους υπολογιστικούς τρόπους στην κατασκευή του κομματιού, αν και την όλη επιλογή του υλικού την κάνει ο ίδιος ο συνθέτης. Τα ‘Πολύτοπα’ του Ι. Ξενάκη ήταν πολύτεχνα έργα, στα οποία η μουσική συνδυαζόταν με οπτικά ερεθίσματα σε συγκεκριμένους, ειδικά διαμορφωμένους χώρους. Η τοποθεσία ήταν συχνά κάποιος σημαντικός ιστορικός-αρχαιολογικός χώρος. Για την παράσταση επιστρατεύονταν τόσο ο ήχος, όσο και το φως, με προβολείς που κατεύθυναν το φως πάνω στο συγκεντρωμένο πλήθος, ανάλογα με την ανάπτυξη της μουσικής. Στη διάχυση του φωτος στον χώρο αντιστοιχούσε η ανάπτυξη των ηχητικών ‘συμπάντων’ ή ‘γαλαξιών’ του Ξενάκη στον χρόνο. Τα Πολύτοπα έπαιρναν το όνομά τους από την τοποθεσία στην οποία λάμβαναν χώρα. Οι πρωτοποριακές συνθετικές μέθοδοι που ανέπτυξε (η ονομαζόμενη από τον ίδιο στοχαστική μουσική), συσχέτιζαν τη μουσική και την αρχιτεκτονική με τα μαθηματικά και τη φυσική. Βασικό στοιχείο της Στοχαστικής Μουσικής είναι η έννοια της μάζας. Η ‘ηχητική μάζα’ του Ξενάκη είναι ένα είδος γαλαξία, ένα είδος νεφελώματος, που αποτελείται από πολλά και ποικίλα ‘στοιχεία’ (επεισόδια ή ήχους), των οποίων η οργάνωση και η κίνηση έχουν σχέση με την πυκνότητα (πόσα ‘στοιχεία’ ανά δευτερόλεπτο), με την τοποθέτησή τους ανά ύψος και με τον τρόπο σύνταξής τους (με ποια σειρά, δηλ. πυκνότητα-ύψος). ”


Δ1.2: Βιβλίο Γ’ Γυμνασίου: σελ. 23: ‘Μέθοδοι Σύνθεσης Κινηματογραφικής Μουσικής’
“ Για τη σύνθεση μουσικής για τον κινηματογράφο σήμερα, χρησιμοποιούνται οι εξής μέθοδοι: (α) δανεισμός αυτούσιας μιας γνωστής μουσικής, (β) σύνθεση κοινότοπης μουσικής (κλισέ), (γ) ενασχόληση σύγχρονων συνθετών με την κινηματογραφική μουσική, (δ) χρήση νέων τεχνολογιών, (ε) χρήση παλιάς μουσικής με νέα νοηματοδότηση και περιεχόμενο. ”


Δ1.3: Βιβλίο Α’ Γυμνασίου: σελ. 18: ‘Λουτσιάνο Μπέριο’
“ Ο Λουτσιάνο Μπέριο (Luciano Berio, Ιταλός, 1925-2003) ήταν πρωτοπόρος συνθέτης σε πειραματισμούς στην Ηλεκτρονική Μουσική και στην ανάπτυξη της τεχνικής κολάζ (collage), δανειζόμενος αποσπάσματα από άλλους συνθέτες ή μιμούμενος τα χαρακτηριστικά του ύφους τους. Ο Μπέριο έγραψε μια σειρά από πρωτότυπα έργα με τον τίτλο Sequenza: π.χ. η πρώτη Σεκουέντζα (Sequenza I) γράφτηκε το 1958 για φλάουτο και η τελευταία, η δέκτατη τέταρτη, το 2002, για βιολοντσέλο. Σε αυτά τα έργα ο συνθέτης χρησιμοποιεί όλες τις δυνατότητες του κάθε οργάνου / φωνής.” / Από το βιβλίο Α’ Λυκείου, σελ. 23: “ Στη δεκαετία του 1960, η όπερα είναι στην ουσία απούσα, ενώ μπαίνει στην ‘κανονική πορεία’ της το 1970, με κύριο εκπρόσωπο τον Λουτσιάνο Μπέριο και συνεχίζει την ιστορία της. ”


Δ1.4: Βιβλίο Γ’ Γυμνασίου: σελ. 25: ‘Jingle’
“ Το τζινγκλ (jingle) είναι ένα σλόγκαν που μένει στο μυαλό και μπαίνει πάνω σε μια δεδομένη μελωδία για διαφημιστικούς σκοπούς ή σε εκπομπές, κυρίως για την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο. Ένα αποτελεσματικό jingle δημιουργείται για να μείνει στη μνήμη κάποιου (‘να του θυμίζει κάτι’). Πράγματι, τα καλύτερα jingles μπορούν να μείνουν στη μνήμη του καταναλωτή σε όλη του τη ζωή. Οι στίχοι ενός jingle πρέπει να αναφέρονται στα τρία παρακάτω θέματα: (α) το όνομα της εταιρείας ή του προϊόντος, (β) τη φιλοσοφία πίσω από την ονομασία του προϊόντος, (γ) την υπηρεσία ή τα προνόμια που προσφέρει το προϊόν. Ένα διαφημιστικό jingle διαρκεί περίπου 30 δευτερόλεπτα. ”

 

Δ2: ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ

Δ2.1: Βιβλίο Α΄Λυκείου: σελ. 65-6: ‘Μαΐστορες’
“ Από τον 12ο αιώνα, αρχίζει η περίοδος των μεγάλων μαϊστόρων. Ο τίτλος αυτός υποδηλώνει τους διακεκριμένους ερμηνευτές-πρωτοψάλτες, δασκάλους και συνθέτες. Ως συνθέτες εντοπίζουν τη δραστηριότητά τους στην καθαρή μουσική σύνθεση, με νέες μελοποιήσεις παλαιών ύμνων και με επεξεργασία και μελισματικό εμπλουτισμό των μελών που προϋπήρχαν. Η τάση αυτή για μελωδική ποικιλία και νέα προσωπική έκφραση έδωσε τις ‘καλοφωνικές’ συνθέσεις, τις οποίες χαρακτηρίζουν η μεγάλη διάρκεια και η έντεχνη επιτήδευση. ”


Δ2.2: Βιβλίο Α’ Λυκείου: σελ. 67: ‘Εξωτερική Μουσική’
“ Η γνώση της ‘εξωτερικής μουσικής’, δηλαδή της κοσμικής αστικής μουσικής, ήταν κοινό κτήμα των ψαλτών του 18ου και του 19ου αιώνα, καθώς και η χρήση οργάνων, ιδιαίτερα της θαμπούρας (ταμπουράς - έγχορδο όργανο). Δεν ήταν λίγοι ακόμη οι ελληνικής καταγωγής ή ελληνικής παιδείας μουσικοί που επικέντρωναν τη δραστηριότητά τους καθαρά στο χώρο της εξωτερικής μουσικής ή κυρίως σε αυτόν. ”


Δ2.3: Βιβλίο Γ’ Γυμνασίου: σελ. 56: ‘Τσιφτετέλι’
“ Το ‘τσιφτετέλι’ (από την τούρκικη λέξη που σημαίνει ‘δύο χορδές’) αρχικά παιζόταν από δίχορδο βιολί και διαδόθηκε στην Ελλάδα μετά το 1923. Ήταν χορός των προσφύγων από τη Σμύρνη και οι ρεμπέτες της Αθήνας τον θεωρούσαν θηλυπρεπή. ”


Δ2.4: Βιβλίο Β’ Γυμνασίου: σελ. 71: ‘Όργανα στη Μουσική του Πόντου’
“ Το πιο διαδεδομένο μουσικό όργανο των Ποντίων είναι η λύρα (κεμεντζές). Άλλα όργανα που χρησιμοποιούνται είναι ο ζουρνάς, το αγγείο ή τουλούμ (άσκαυλος) και το νταούλι, που λόγω της μεγάλης ηχητικής τους έντασης προτιμούνταν για παίξιμο σε ανοιχτούς χώρους. Στις περιπτώσεις που έλειπαν τα παραπάνω όργανα, χρησιμοποιούσαν μία ή περισσότερες λύρες ταυτόχρονα. Στην περιοχή της Κερασούντας όμως, η ορχήστρα διαφέρει από τις υπόλοιπες ποντιακές, αφού συχνά χρησιμοποιεί βιολί αντί λύρας, ούτι, κανονάκι κ.ά. ”