Πρόλογος


 

[ Βαθύτερη δομή ]

Συνηθίζουμε να θεωρούμε την Αρμονία ένα δύσκολο μάθημα. Όταν προσπαθούμε να περιγράψουμε “τι είναι”, αποκρινόμαστε περισσότερο συχνά πως πρόκειται για μια αλληλουχία συγχορδιών που συνοδεύει μια μελωδία. Κάθε συγχορδία διαδέχεται την άλλη με συνάφεια που απορρέει από τη δυναμική της κίνησης των φωνών. Επιβεβαιώνουμε, ασφαλώς, ότι αυτή η κατασκευή δεν είναι μοναδική. Μπορούμε να επινοήσουμε διαφορετικές σειρές συγχορδιών, προκειμένου να εναρμονίσουμε την ίδια μελωδία. Είναι σωστή αυτή η περιγραφή; Όχι, ακριβώς. Έχουμε συχνά την αίσθηση ότι διαφορετικές λύσεις για ένα θέμα αρμονίας είναι δυνατόν να αφήνουν την ίδια ακουστική εντύπωση. Τούτο συμβαίνει γιατί οι εναρμονίσεις βασίζονται στους ίδιους συγχορδιακούς πόλους, στα ίδια χαρακτηριστικά πτωτικά σχήματα, παρότι οι επιλογές συγχορδιών και οι κινήσεις των φωνών ενδέχεται να διαφέρουν. Αν η παρατήρηση αληθεύει, τότε υποψιαζόμαστε πως υπάρχει μια βαθύτερη αρμονική δομή κάτω από τις παραλλαγές της συγχορδιακής επιφάνειας, την οποία προσλαμβάνουμε με σταθερό και απαράλλακτο τρόπο. Ένα παρόμοιο φαινόμενο συναντάμε στη γλώσσα. Λέμε, για παράδειγμα, “το σκυλάκι γαβγίζει”. Μπορούμε να την αναδιαμορφώσουμε, ενδεχομένως, ως εξής: “το σκυλάκι, το οποίο μου χάρισε η Νίκη, γαβγίζει γιατί είναι πεινασμένο”. Η πρόσληψη της βασικής συντακτικής κατασκευής δεν αλλοιώνεται (“το σκυλάκι γαβγίζει”), ακόμα και όταν προσαρτώνται διάφοροι φραστικοί σχηματισμοί σε αυτήν. Ωστόσο, θα πρέπει να τροποποιήσουμε την αντίληψή μας για τη σειρά των συγχορδιών που εναρμονίζουν μια μελωδία. Η μεταξύ τους σχέση δεν είναι οριζόντια-γραμμική αλλά κάθετη-ιεραρχική. Έτσι, λοιπόν, μια συγχορδία δεν συναρτάται κατ’ ανάγκη ισχυρότερα με την προηγούμενή της ή την επόμενή της στη σειρά. Αποκτά τον ρόλο της από την τοπική σχέση στην οποία εντάσσεται, αλλά και από το επίπεδο (τον τρόπο) πρόσδεσής της στην βασική συντακτική δομή.

[ Τονικός χάρτης ]

Το μελωδικό θέμα και η συγχορδιακή του συνοδεία συναρμόζονται για να αποτελέσουν μια τονική κατασκευή κλασικού τύπου. Πώς μπορούμε να την περιγράψουμε; Η εικόνα είναι συνήθως η εξής: το κομμάτι μας ξεκινά στην αρχική τονικότητα, αναπτύσσεται σε διάφορες τονικές περιοχές και τελικά επιστρέφει στην αρχική τονικότητα. Το γενικό σχήμα είναι σωστό. Πραγματικά, το τονικό τόξο έχει την αναμενόμενη διαδρομή: μια αφετηρία, μια διαδικασία απομάκρυνσης και αύξησης της έντασης και μια διαδικασία επιστροφής και λύσης της έντασης. Αντί, όμως, να βλέπουμε την ανάπτυξη του θέματος ως έναν ιδιότυπο αυτοσχεδιασμό με σειρά μετατροπιών, είναι ίσως προτιμότερο να κατανοούμε την αρμονική δράση ως απόρροια μιας αντίθεσης. Στην τονική συγχορδία, αντιτίθενται οι συγχορδίες απομάκρυνσης. Πιθανότατα, κάποια από αυτές θα ορίζει την κυρίαρχη αντίθεση, λόγω της ρυθμικής και της τονικής της θέσης. Από αυτήν ακριβώς την αντιπαράθεση, παράγεται συγχορδιακή κίνηση. Ας δούμε ένα παράδειγμα. Υποθέτουμε ότι στη βαθεία δομή του κομματιού μας υπάρχει η αντίθεση τονικής-δεσπόζουσας στο τμήμα της απομάκρυνσης. Είναι η εφαρμογή του δεσποζουσιακού κανόνα στην απλούστερη μορφή του. Στην τονικότητα Ντο μείζονα, θα είχαμε τις συγχορδίες: C - G. Μπορούμε, τώρα, να δημιουργήσουμε περισσότερα αρμονικά γεγονότα, αν εφαρμόσουμε εκ νέου τον δεσποζουσιακό κανόνα (π.χ. στη μορφή ii-V-I) για κάθε έναν από τους δύο διατονικούς πόλους. Η ακόλουθη σειρά συγχορδιών θα ήταν μια τυπική επιλογή: | C - Dm/C - G/B - C | Am/C - D - G |. Με αυτόν τον τρόπο, οι δύο διατονικοί μας πόλοι αποκτούν υπόσταση τονικής υπο-περιοχής. Επιπλέον, εκεί όπου θα συναντούσαμε μόνο υλικό και συγχορδίες της Ντο μείζονας, τώρα περιέχεται ενδεχομένως διατονικό και αρμονικό υλικό και από τη Σολ μείζονα. Έτσι, από την απλή διατονική σχέση του βαθύτερου επιπέδου ανερχόμαστε σε μια περισσότερο χρωματική συγχορδιακή επιφάνεια. Όμως, δεν συμβαίνει εδώ μια μετατροπία, μια αλλαγή τονικής κατεύθυνσης; Όχι απαραιτήτως. Αυτή η χρωματικότητα δεν διαταράσσει την αίσθηση του τονικού τόξου. Είναι η διατονικότητα του βαθύτερου επιπέδου που την προσδιορίζει. Για αυτόν τον λόγο, η επαναφορά στην αφετηριακή τονικότητα νοείται ως επιστροφή και ως λύση της έντασης, ουδόλως ως ένα ακόμη στάδιο περιπλάνησης ή τονικής ανακατεύθυνσης.

[ Σύνταξη μουσικού κειμένου ]

Ίσως, έπειτα από την προηγούμενη αναφορά στο γενικό τονικό σχήμα, αναρωτηθούμε εάν η εναρμόνιση μιας μελωδίας είναι διεργασία περιπλοκότερη από ό,τι αρχικά φαινόταν. Θα προσπαθήσουμε να δούμε μια αντιστοιχία. Όταν καλούμαστε να εκθέσουμε την άποψή μας για ένα ζήτημα, οργανώνουμε τον γραπτό μας λόγο. Αρχίζουμε με μια ελκυστική αναφορά (hook) και διατυπώνουμε τη θέση μας (statement) σε σχέση με τις παραμέτρους που προσδιορίζουν το ζήτημα, στην αρχική παράγραφο. Εξελίσσουμε την αντιπαράθεση ιδεών και επιχειρηματολογούμε υπέρ της δικής μας θέσης, στις επόμενες παραγράφους, ενώ συνοψίζουμε στην κατάληξη. Αντιστοίχως, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό που κάνουμε όταν εναρμονίζουμε μια μελωδία είναι να συντάσσουμε ένα μουσικό κείμενο. Στην αφετηριακή περιοχή, εκτίθεται το βασικό μοτίβο και εγκαθιδρύεται η τονικότητα. Είναι η τονική θέση. Ακολούθως, πρόκειται να απελευθερωθεί η δυναμική του μελωδικού μοτίβου και η ενέργεια της αρμονικής αντίθεσης. Οι διάφορες τονικές υπο-περιοχές με τις αντίστοιχες μελωδικές μεταμορφώσεις μοιάζει να είναι οι παράγραφοι του μουσικού κειμένου, οι οποίες διαρθρώνονται σύμφωνα με το βασικό διατονικό πλάνο. Μελωδία και αρμονία συνδιαμορφώνουν το φαινόμενο του μουσικού ρυθμού, μέσω του οποίου σχηματοποιείται στην αντίληψή μας η πορεία του τονικού τόξου.

[ Σούμπερτ και Μπαχ ]

Πώς μπορούμε να μάθουμε Αρμονία περισσότερο γρήγορα και περισσότερο αποδοτικά; Η απάντηση έχει δοθεί ανέκαθεν: μελετώντας Σούμπερτ και Μπαχ. Τα τραγούδια του πρώτου ή τα χορικά και οι συνθέσεις για πληκτροφόρο του δεύτερου είναι τα σημαντικότερα βιβλία μας σε αυτήν την εισαγωγική επαφή μας με το αντικείμενο. Αν στον Μπαχ μπορούμε να θαυμάσουμε τις εξαιρετικές αναλογίες του τονικού design και την ανεξάντλητη παραγωγή μελωδικών γραμμών από την εφαρμογή του βασικού συντακτικού κανόνα, στον Σούμπερτ μπορούμε να βιώσουμε τη θεατρική διάσταση της αρμονίας σε ένα διευρυμένο τονικό πεδίο, τις μεταπτώσεις και την εναλλαγή αποχρώσεων. Αρκούν λίγες μόνο σελίδες για να αποκομίσουμε την αίσθηση που μόλις περιγράψαμε: το Πρώτο Πρελούδιο του ‘Καλοσυγκερασμένου Πληκτροφόρου’ (Μπαχ) ή το ληντ ‘O Βασιλιάς των Ξωτικών’ (Σούμπερτ). Στη σελίδα της Βασικής Βιβλιογραφίας προτείνονται ορισμένα έργα αυτών των συνθετών, για να αρχίσουμε τη μελέτη μας. Ίσως αυτή να είναι η κυριότερη εργασία μας στο μάθημα της Αρμονίας. Παίζοντας αυτές τις συνθέσεις στο πιάνο, επιτυγχάνουμε τη σημαντικότερη επιδίωξή μας: να έχουμε τις συγχορδιακές κινήσεις στα χέρια και στα αυτιά μας μάλλον παρά στα μάτια μας.

[ Διάρθρωση των Σημειώσεων ]

Αφορμή για τις Σημειώσεις Βασικής Αρμονίας υπήρξαν τα θέματα των εξετάσεων για την εισαγωγή στα μουσικά τμήματα των πανεπιστημιακών σχολών. Αξιοποιώντας αυτή την ευκαιρία, επιδιώκουμε να περιγράψουμε ένα προσφορότερο μοντέλο εναρμόνισης. Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του; Πρώτον, να μπορούμε να σχεδιάζουμε μια βασική αρμονική διαδρομή στο διατονικό πλέγμα της μεικτής (μείζονας και ελάσσονας) τονικότητας. Δεύτερον, να μπορούμε να παράγουμε συγχορδιακή κίνηση από την επαναληπτική εφαρμογή των συντακτικών κανόνων. Γενικότερα, να βλέπουμε το μουσικό θέμα στην ολότητά του. Να μπορούμε να διακρίνουμε τα διακριτά επίπεδα των τονικών σχέσεων. Να μεταβαίνουμε από τη βαθεία δομή στην επιφάνεια και το αντίστροφο. Αυτή είναι η κεντρική αντίληψη. Χρησιμοποιούμε, ασφαλώς, εργαλεία από ιεραρχικές ή μετασχηματιστικές θεωρίες μουσικής ανάλυσης, όπως είναι η Σενκεριανή και η Γενετική ή η Νεο-Ρημάνια αντιστοίχως. Ωστόσο, σε αυτό το επίπεδο μελέτης, δεν είναι απαραίτητη η διατύπωση υπερβολικά εξειδικευμένης ορολογίας ή η σχεδίαση περίπλοκων γραφικών παραστάσεων. Προηγείται η πράξη της αρμονικής σύνταξης, όχι αναγκαστικά της ανάλυσης. Όμως, θα μπορούσαμε να προβλέψουμε για το μέλλον ότι το μάθημα της Αρμονίας θα ενσωματώνει όλο και περισσότερο εργαλεία ανάλυσης, μέσω των οποίων θα σκιαγραφείται η συνολική εξέλιξη ενός μουσικού θέματος.
    Πώς οργανώνεται η μελέτη μας; (1) Στη σελίδα των Συμβόλων Αρμονικής Ανάλυσης, εισάγονται τα αναγκαία σύμβολα για την περιγραφή των κλιμακοβαθμίδων, των συγχορδιών και των συντακτικών κανόνων στη διευρυμένη τονικότητα. Ας αναφέρουμε ότι την κεντρική θέση στην ύλη των κλασικών εγχειριδίων αρμονίας καταλαμβάνει ο βασικός συντακτικός κανόνας, αυτός της δεσποζουσιακής σχέσης, με τις σπουδαιότερες μεταμορφώσεις του: δευτερεύουσες δεσπόζουσες, προσαγωγικές ελαττωμένες, συγχορδίες αυξημένης έκτης, ναπολιτάνικη προδεσπόζουσα, αλληλοδανεισμοί βασικών συγχορδιών στη μεικτή τονικότητα. Σε αυτές τις Σημειώσεις, ωστόσο, αναπτύσσεται ορολογία και συμβολισμός που αφορούν σε συντακτικούς κανόνες εκτός του δεσποζουσιακού. Είναι οι συντακτικές σχέσεις μέσης/υπομέσης, υποδεσπόζουσας, υποτονικής και ελαττωμένης κοινού φθόγγου. Δεν είναι οι μοναδικές. Όμως ακόμη και σε αυτό το αρχικό στάδιο μελέτης, το θεωρητικό μας μοντέλο θα μπορεί προβλέπει ακριβέστερα τα αρμονικά φαινόμενα και να σχηματοποιεί ευχερέστερα την πρακτική μας. (2) Στη σελίδα των Βασικών Αρμονικών Συνδέσεων, παρουσιάζονται οι σημαντικότερες διατονικές και χρωματικές συγχορδιακές συνδέσεις. Έχουν τις απλούστερες διατάξεις, ώστε να είναι ευκρινέστερη η κίνηση των φωνών. Ουσιαστικά, η σελίδα αυτή αποτελεί μια σύνοψη της ύλης της Βασικής Αρμονίας. Προτείνουμε ανεπιφύλακτα την αναπαραγωγή αυτών των συνδέσεων στο πληκτροφόρο, καθώς και τη μεταφορά τους σε κάθε τονικό ύψος. (3) Στη σελίδα του Τονικού Σχεδίου και της Αρμονικής Σύνταξης, μπορούμε να παρακολουθήσουμε τον σταδιακό μετασχηματισμό της αρμονικής υπόστασης ενός κομματιού από την επαναληπτική χρήση των συντακτικών κανόνων. Χρησιμοποιούμε δύο παραδείγματα: ένα πρελούδιο του Μπαχ και ένα ληντ του Σούμαν. Θα διαπιστώσουμε ότι οι περιγραφές που βασίζονται στην ιδέα της ιεραρχικής ανάπτυξης είναι κομψότερες και συνεκτικότερες από εκείνες που βασίζονται στην ιδέα της μετατροπίας. (4) Στη σελίδα των Πρακτικών Οδηγιών Εναρμόνισης, υποδεικνύεται μια σειρά ενεργειών που θα μπορούσε να διευκολύνει την εργασία της εναρμόνισης ενός θέματος. Βρίσκουμε τη βασική δομή με τους συγχορδιακούς πόλους και οριοθετούμε τις τονικές υπο-περιοχές με τις διατονικές συλλογές τους. Προχωρούμε στην τονικοποίησή τους και την υλοποίηση των πτώσεων. Παράγουμε διατονική και δεσποζουσιακή αρμονική κίνηση από την εφαρμογή του βασικού συντακτικού κανόνα. Διαμορφώνουμε τις διακριτές μελωδικές φωνές σύμφωνα με τους βασικούς μετασχηματισμούς των κύριων μελωδικών μοτίβων. Σε αυτή τη σελίδα, αναλύεται επιπλέον η έννοια του πολλαπλού αρμονικού καθορισμού (στροφικότητας), καθώς και οι τεχνικές μετάπλασης της πεμπτιακής κίνησης. Μπορούμε, μέσω αυτών των εργαλείων, να στρέψουμε την αρμονία προς την κατεύθυνση που επιθυμούμε. (5) Έπονται οι Σελίδες των Θεμάτων. Ακολουθείται μια σταθερή πορεία εξέτασης. Εντοπίζονται οι τονικές περιοχές κάθε θέματος και κατασκευάζεται ο χάρτης της βασικής διατονικής διαδρομής (βαθύτερης δομής: απομάκρυνσης-επιστροφής). Προτείνεται μια απλή, κατά το δυνατόν, εκδοχή τρίφωνης εναρμόνισης. Στη συνέχεια, εκτίθεται η τετράφωνη εναρμόνιση του θέματος, όπως αυτή σχηματοποιείται από τη μελωδική δράση των χαρακτηριστικών μοτίβων. Ολόκληρη η διαδικασία της εναρμόνισης οπτικοποιείται συνοπτικά στα σχετικά Βίντεο.

[ Coda ]

Δεν μπορούμε να ισχυριστούμε πως γνωρίζουμε σε βάθος τη μουσική γλώσσα αν δεν έχουμε τη δυνατότητα να συντάξουμε ή να αναλύσουμε στοιχειωδώς ένα μουσικό κείμενο. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, η γνώση της Αρμονίας είναι αναπόσπαστο συστατικό της μουσικής ιδιότητας. Εξάλλου, η μουσική τέχνη της περιόδου της Κοινής Πρακτικής (Μπαρόκ-Κλασικισμού-Ρομαντισμού) είναι μια από τις υψηλές κορυφές του παγκόσμιου πολιτισμού. Η αρμονική μέθοδός της δεν αποτελεί μόνο ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της, αλλά εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να είναι ένα από τα εργαλεία δημιουργίας της ελκυστικής μουσικής που μας συναρπάζει. Χρειάζεται κάποια ιδιαίτερη έφεση για να κατακτήσουμε την τεχνική της; Σε αυτό το ερώτημα, ένας διάσημος δημιουργός μιας άλλης τέχνης απαντούσε “5% ταλέντο, 95% σκληρή εργασία”. Αν το ταλέντο είναι αυτό που μας κάνει να σηκωνόμαστε όταν πέφτουμε ή να μας παρακινεί να συνεχίζουμε αδιάκοπα τον δρόμο μας, τότε θα πρέπει να υποθέσουμε ότι το διαθέτουν όλα τα ανθρώπινα όντα. Η διαφορά έγκειται στη δαπάνη χρόνου και εργασίας. Ας παρατηρήσουμε, επιπλέον, ότι έχουμε μάλλον σταματήσει να διατυπώνουμε το ερώτημα “περί ιδιαίτερης κλίσης” για τομείς της ανθρώπινης γνώσης, όπως είναι τα μαθηματικά, τα λατινικά ή άλλες φυσικές και τεχνητές γλώσσες. Όλοι μπορούμε να τις κατακτήσουμε, στο επίπεδο που επιθυμούμε. Το κέρδος είναι σταθερό: ελευθερία έκφρασης, αυτοπεποίθηση, διανοητικό παιχνίδι και ευχαρίστηση.